Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Απόσπασμα από το «Ροδάφ’νον» του Κώστα Διαμαντίδη

«Πήρε τα σημάδια όλα της εδώ ζωής και τα πέρασε στην απέναντι όχθη. Όχι πολλά, ούτε λίγα. 'Ίσως το πάν. Μια παλιά φωτογραφία, τότε που η οικογένεια ήταν ολόκληρη, πριν την σκορπίσουν οι νεροσυρμές. Ένα φυλαχτό γιομάτο καινούργιες ελπίδες. Δύο στίχους από κάποιο ξεχασμένο τραγούδι.

Μια πέτρα από μια γέφυρα κομμένη στα δυο, να ξορκίσει έναν έρωτα στοιχειωμένο. Και ένα μικρό δέντρο ατόφιο, για να μεταφυτέψει όλη την εδώ ζωή στη νέα. Για να ξαναγίνει ζωή. Εκεί θα σταθούν να σκιαστούν όλοι οι διωγμένοι και οι προηγούμενοι και οι επόμενοι και τούτοι που φεύγουν τώρα και όσοι σκορπίσανε. Τα σπίτια πού εγκαταλείφθηκαν στον άλλο τόπο θα αποθέσουν εδώ πάνω τα μυστικά τους.

Σαν σπίτι γίνεται έναν δέντρο. Οι μέρες θα κρεμάσουν επάνω του την πίκρα και τη χαρά τους. ΟΙ πλανεμένες ώρες θα βρουν το απάγκιο τους. Κι όλα τα μέλλοντα να συμβούν, θα περάσουν από εκεί να μεταλάβουν. Κ' έτσι, αν όλα αλλάζουν κι αν όλα τα πάρουν μαζί τους οι βροχές, τούτο το δέντρο θα μείνει. Σημάδι της κακοτοπιάς και της ελπίδας τους.
`Η ιδέα αυτή του έφερνε μιαν ανακούφιση, όχι ένα υποκατάστατο του κόσμου που αφήνει, αλλά μια παρηγοριά του. `Η ευχή του. "Όλα θα πάνε καλά. Έτσι κι ή προσφυγιά μπορεί να μην είναι αβάσταχτη.

Μάζεψε τα πράματα για το ταξίδι. Δεν χρειάσθηκε πολύ ώρα. Ήξερε τί θα πάρει, τί θ' αφήσει. Δεν σπατάλησε χρόνο σε αμφιβολίες. Έμεινε μόνο ώρα πολλή, να αγκαλιάζει με τα μάτια τον τόπο και τα αντικείμενα. Να τα φωτογραφίσει στο μυαλό του, να μη ξεχάσει ποτέ την εικόνα τους. Ό, τι κουβαλάμε μέσα μας, αυτό είναι ή ζωή μας.

Κουράστηκαν τα μάτια του απ' την επιμονή. Απόκαμε η ψυχή τους απ' το παράπονο. Πήρε βαθιά ανάσα, ξεροκατάπιε, έβγαλε μια δυνατή κραυγή ν' ακούσει το βουνό, κι έστριψε να φύγει. Δεν περίμενε την απάντηση. 'Ίσως, σε μιαν άλλη εποχή, να επιστρέψει. Θα την ακούσει τότε.
Κατηφόρισε για τα λιμάνια, όπου τα καράβια φορτώνουν όνειρα κι ανθρώπους, να τούς διεκπεραιώσουν σε μια άγνωστη μητέρα πατρίδα. Κόσμος πολύς, να βουλιάζει το λιμάνι. Κι αυτός, αμήχανος, να κρατάει σφιχτά στο χέρι τη βαλίτσα, μην του την κλέψουν στο χαμό, και στο άλλο, σφιχτότερα το δεντράκι.

Στον έλεγχο των συνόρων, ουρές έκαναν οι πρόσφυγες. Στα μάτια είχαν ακόμα τα χωριά και τα βουνά τους. Και δεν ήξερες αν το νερό που έτρεχε στα μάγουλά τους ήταν δάκρυα ή τα νερά της πατρίδας που φέρανε μαζί τους.

Έβλεπε μπροστά του, που πέρναγαν τον έλεγχο και καυγάδιζαν με τους τελωνειακούς, και πικραμένοι να σηκώνουν τη βαλίτσα τους, αλλά πίσω να αφήνουν κάποιο απ' όσα κουβάλαγαν. 'Αν ήξερε, θα καταλάβαινε πώς ήταν το πιο πολύτιμο.

Όταν ήρθε κι ή σειρά του, ο υπάλληλος το ξέκοψε. Δεν περνάνε οι ζωές ατόφιες από τη μια στεριά στην άλλη. `Ο τελωνειακός έψαξε εξονυχιστικά τα πράματα, φωτογραφίες, εικόνες, ρούχα, μνήμες. "Όριζε τί πρέπει να περάσει, τί όχι. «Αυτό θα μείνει εδώ», του είπε με ύφος πού δεν επιδέχεται αντιρρήσεις, και έβγαλε το δεντράκι σε μια γωνιά. Στις ερωτήσεις, στις διαμαρτυρίες, στο θυμό, δεν απάντησε. Σαν να μη άκουγε, επαναλάμβανε μονότονα: «Αυτό θα μείνει εδώ».

Ένας ανώτερος που έσπευσε, έδωσε τέλος στην κουβέντα: «Η ζωή δεν μεταφέρεται από τον έναν τόπο στον άλλο. Γι' αυτό, οι άνθρωποι έκαναν τα σύνορα. Για να μην παραβιάζονται οι ζωές. "Ότι είναι εδώ, ανήκει εδώ. Κι αυτά πού πήρες, πολλά είναι. Το δέντρο δεν μπορείς να το πάρεις. 'Αν θέλεις, μπορείς να κρατήσεις έναν κλαράκι, ή μερικά φύλλα».
Τώρα, ήξερε πια, πως ο χωρισμός είναι οριστικός. Πως η ελπίδα της μεταφοράς θα προστεθεί σ' εκείνα τα οράματα που θα στοιχειώνουν τις ημέρες του. Πως θα μεταφέρει αδιάκοπα μαζί του την προσδοκία ν' αλλάξει τον κόσμο, να κατεδαφίσει τα σύνορα, ν' ανοίξει τους δρόμους, για να μεταφέρονται ελεύθερα τα δέντρα και οι ζωές.
Πήρε δύο φύλλα, τα φύλαξε στη μέσα τσέπη, φίλησε την κορυφή του δέντρου και ταξίδεψε.

Πάλι στο ταξίδι, μάτια μου.
`Η 'Ελένη σου.»

Τ' άλλο την ημέραν, οντές εγνέφιξαν, η Ελένε εδώκεν ατο τον Κωσταντίνον. Εκείνος εδέβασεν ατο κι οντές ετελείωσεν, ετέρεσεν ατεν απέσ' ς σ' ομμάτια και εξέγκεν από καρδίας έναν «Α χ ». Εκεί 'ς σο «αχ» απέσ', εχώρ' ναν όλια τα «αχ» τη κοσμί’.
Κώστας Διαμαντίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου